Η γυναίκα του  καθρέφτη της χαμογέλασε θλιμμένα.Τα σκισμένα χείλη της έκαναν το χαμόγελο  τραγικό.Η μελανιά κάτω απο το δεξί μάτι της τόνιζε το γκριζογάλανο χρώμα του. Ένα μαύρο βαρύ σύννεφο που σκίαζε το γκριζογάλανο ουρανό και προμήνυε ότι σε λίγο θα άνοιγαν οι κρουνοί της απελπισίας και θα πότιζαν το άνυδρο έδαφος της ψυχής της.
Την ίδια στιγμή μια δυνατή βροχή έκανε τους κατοίκους της πόλης που βρίσκονταν στους δρόμους να τρέχουν για να προφυλαχθούν απο τη μανία της. Η ίδια δυστυχώς δεν είχε μπορέσει να προφυλαχθεί,για άλλη μια φορά,απο τη δική του μανία. Μια μανία που δεν είχε καμμία αιτιολογία και καμμία δικαιολογία.
Χαρά το όνομα της, πόσο ειρωνικό Θεέ μου! Ούτε που θυμόταν την τελευταία φορά που χάρηκε μέσα σε αυτό το γάμο. Είχε βέβαια στη κατοχή της μια μάσκα χαράς, που τη φόραγε όταν έπρεπε να τον συνοδεύσει σε οικογενειακά τραπέζια ή κοινωνικές εκδηλώσεις γενικότερα. Κόντρα ρόλος , αλλά είχε μάθει να τον παίζει καλά, αλλιώς……….
Εκλεισε τα μάτια της για να μη βλέπει το είδωλο της στον καθρέφτη,το προβολικό μηχάνημα της ψυχής της όμως έστελνε την εικόνα στο μυαλό της, το οποίο μην αντέχοντας να τη βλέπει, γύρισε στο παρελθόν.
Τότε που ήταν τρελά ερωτευμένη μαζί του, κι αυτός κατάφερνε να κρύβει άριστα τον κακό εαυτό του. Άλλωστε το μικρό διάστημα που είχαν σχέση δεν ήταν όλη μέρα μαζί, και όταν του πρότεινε να συγκατοικήσουν,είχε αρνηθεί κατηγορηματικα. Γιατί άραγε; Γιατί δεν ήθελε να την εκθέσει,όπως της είχε πεί. Να την εκθέσει στον πραγματικό του εαυτό και να γίνει αντιληπτός εννοούσε, αλλά αυτη κατάλαβε να την εκθέσει στην κοινωνία, και τον ανέβασε ακόμη πιο ψηλά.
Ήταν ο ιδανικός άντρας, γοητευτικός,πλούσιος,ευγενικός και απο καλή οικογένεια.Δυστυχώς όμως οι καλές οικογένειες δεν βγάζουν πάντα καλά παιδιά,ή μήπως δεν είναι και τόσο καλές οικογένειες, ή είναι καλές οικογένειες εκ των έξω και κακές εκ των έσω; Ποιός ξέρει;
Σημάδια για το ότι κάτι δεν πήγαινε καλά υπήρχαν αλλά δεν τους έδωσε σημασία.Η πρώτη σημαία κινδύνου σηκώθηκε στο πάρτι που έκανε για τα γενέθλεια της, αμέσως μετά τον αρραβώνα τους. Δύο μήνες δεσμό, δύο μήνες αρραβώνα, και μετά ο μεγαλοπρεπής γάμος. Το γοργόν και χάριν έχει, όπως έλεγε ο ιδανικός άντρας. Το όποιος βιάζεται σκοντάφτει, όπως έλεγε η γιαγιά της, δεν είχε θέση σε αυτή την ιστορία. Μόνο μετά το γάμο έλεγε στους άλλους ότι σκόνταψε στη σκάλα, στο χαλάκι, στο τραπεζάκι του σαλονιού, για να δικαιολογήσει την εικόνα της.
Στο πάρτι είχε καλέσει τον Θάνο, ένα γειτονόπουλο που ήταν ανέκαθεν ερωτευμένο μαζί της αλλά δεν είχε το θάρρος να της το πεί. Όταν ο Θάνος την έκλεισε στην αγκαλιά του κοιτόντας την τρυφερά στα μάτια και της ευχήθηκε να τα εκατοστήσει, τα μάτια του ιδανικού άντρα μισόκλεισαν και τα χείλη του έγιναν μια ευθεία γραμμή.Την άρπαξε με δύναμη απο το μπράτσο και την έσυρε στην κουζίνα με τη δικαιολογία ότι δεν έβρισκε τις χαρτοπετσέτες.
″Αν τον αφήσεις να σε αγγίξει ξανά, δεν θα φταίω εγώ για ότι γίνει″ σφύριξε μέσα από τα δόντια του,  θυμίζοντας της σφύριγμα φιδιού. Είχε μάθει να μην φταίει ποτέ αυτός, πάντα οι άλλοι έφταιγαν, πάντα οι άλλοι.
″Άφησε με, με πονάς. Απλά μου ευχήθηκε ο Θάνος, μη γίνεσαι υπερβολικός.″ ψέλισε, προσπαθώντας να φύγει απο τα χέρια του, που τώρα έσφιγγαν με μανία και τα δύο μπράτσα της. Οι μελανιές θα αργούσαν πολύ να φύγουν.
″Άκουσες τι σου είπα; Εγώ κάνω κουμάντο εδώ μέσα.″ψιθύρισε στο αυτί της και την πέταξε με δύναμη πάνω στον τοίχο. Τον κρότο απο το κάδρο που κρεμόταν στον τοίχο και έπεσε στο πάτωμα τον άκουσαν όλοι. Την κραυγή της ψυχής της δεν την άκουσε κανείς.
Την επόμενη μέρα έφθασε στο σπίτι της μια ανθοδέσμη με είκοσι κόκκινα τριαντάφυλλα, που συνοδευόταν απο μια κάρτα που έγραφε ″Συγνώμη μωρό μου, δεν αντέχω να σε χάσω απο τη ζωή μου,είσαι τα πάντα για μένα.″Ενα δείπνο συγνώμης που ακολούθησε το ίδιο βράδυ, σε γνωστό πολυτελές εστιατόρειο, την ενθουσίασε και θόλωσε την κρίση της.
Μετά το γάμο άρχισε να γίνεται πιο βίαιος και να ξεσπάει επάνω της με ανυπόστατες αφορμές.Επειδή κάποιος την κοίταξε, επειδή το φαγητό δεν είχε αλάτι, επειδή το φόρεμα της ήταν κοντό, επειδή ξόδευε πολλά χρήματα.
Απο ποιόν να ζητούσε βοήθεια; Ετσι και τα μάθαιναν οι γονείς της θα πέθαιναν απο τη στεναχώρια τους. Ο πατέρας της είχε ήδη σοβαρά προβλήματα με την καρδιά του τα τελευταία χρόνια.Αδέλφια δεν είχε και ούτε λόγος να το πεί σε κάποιον συγγενή γιατί θα γινόταν ρεζίλι. Μερικοί θα δικαιολογούσαν σίγουρα το σύζυγο,ειδικά όσοι δεν τη συμπαθούσαν.Στη πολυκατοικία και στη γειτονιά δεν είχε φίλες γιατί δεν την άφηνε να βγεί απο το σπίτι, μόνο για τα καθημερινά ψώνια έβγαινε. Απο τη δουλειά της είχε σταματήσει, ήταν όρος για να την παντρευτεί.
Μπορεί βέβαια να έφταιγε κι αυτή. Το φαγητό όντως δεν είχε αλάτι, το φόρεμα της ήταν κάπως κοντό, και ίσως θα μπορούσε να ξοδεύέι λιγότερα στο μάρκετ, ήταν όμως η μόνη διασκέδαση της.
Την προσπάθεια της να τον δικαιολογήσει  διέκοψε ο ήχος του τηλεφώνου.
″Παρακαλώ.″
″Καλησπέρα κυρία Οικονομάκη, απο το μικροβιολογικό εργαστήριο τηλεφωνώ .Συγχαρητήρια, είστε έγκυος″ είπε μια γλυκιά φωνή.
Μια αστραπή χάρισε το φώς της στο σκοτεινό ουρανό, κι ένα τηλεφώνημα φώτισε τα βάθη της ψυχής της  και την οδήγησε στην απόφαση ότι αυτό το μωρό θα μεγάλωνε σε ένα υγιές περιβάλλον. Άν ήταν κορίτσι θα της μάθαινε να μην επιτρέπει σε κανένα να ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία επάνω της. Άν ήταν αγόρι θα του μάθαινε να σέβεται και να αγαπά τις γυναίκες.
Βούλιαξε στον καναπέ και άνοιξε την τηλεόραση. Το σποτάκι της Γενικής Γραμματείας Ισότητας εμφανίστηκε στην οθόνη.
″Αν χρειάζεσαι βοήθεια εσύ ή κάποια γυναίκα που γνωρίζεις κάλεσε στην τηλεφωνική γραμμή SOS  15900 που βρίσκεται σε 24ωρη λειτουργία 365 μέρες το χρόνο. Ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί και νομικοί είναι εδώ για να σε βοηθήσουν.″Πήρε το τηλέφωνο στα χέρια της και πληκτρολόγησε τον αριθμό που θα άλλαζε τη ζωή της.Η βροχή είχε σταματήσει και ένας λαμπρός ήλιος ζέσταινε τον ουρανό.

Τσουκαλά Κωνσταντίνα
Ονομάζομαι Τσουκαλά Κωνσταντίνα και λατρεύω το διάβασμα και τα ταξίδια κυριολεκτικά και
μεταφορικά.Φωτογραφίες, ταξιδιωτικές εκπομπές, όνειρα ζωής, μουσεία και αφηγήσεις άλλων με
ταξιδεύουν στο χρόνο χωρίς αποσκευές.Μου αρέσει να γράφω και να μοιράζομαι τη φαντασία μου με
τους άλλους.Όπως είπε ο Αϊνστάιν ″Η λογική σε πάει απο το σημείο Α στο σημείο Β, η φαντασία μπορεί
να σε πάει παντού.